Έχοντας χάσει εδώ και αρκετό καιρό το ρυθμό με τον οποίο τροφοδοτούνταν ετούτο το ιστολόγιο με σκέψεις, μουσική και αναμνήσεις, επιστρέφω απόψε για την ολοκλήρωση αυτής της -ας πούμε- τριλογίας, που ξεκίνησε πριν απο πολλές μέρες με την Πορνογραφία των Cure.
Φυσικά, το ξαναέγραψα νομίζω, είναι μάλλον επιφανειακά αυθαίρετη η επιλογή αυτών των τριών μερών.'Ομως, πως αλλιώς να καλλιεργήσει κανείς το συναισθηματικό "έδαφος" για να εμφανίσει όσο γίνεται πιο αληθινά τις σκέψεις του για ενα απο τα σημαντικότερα έργα της σύγχρονης μουσικής; Χωρίς να σημαίνει αυτό βέβαια πως κάνω οποιοδήποτε είδος σύγκρισης -δεν μπορώ- ανάμεσα στους Cure, στους Echo and the Bunnymen και στους Joy Division που απόψε έχουν τη βραδιά τους σε αυτόν εδώ τον μικρό χώρο.
Ήμουν πολύ τυχερός εκείνο το απόγευμα του τρίτου έτους, όταν, κατά την προσφιλή μου συνήθεια επισκέφτηκα το δισκάδικο του Άγγελου Κώτση, στην 28ης Οκτωβρίου. Θυμάμαι, σαν ένα μακρινό παρελθόν, λες και το έζησε ένας άλλος άνθρωπος και όχι εγω, πως είχα περάσει κάποιο μάθημα -έ, δεν θυμάμαι και ποιο ήταν - (κάποιο ΜΜΦ ήταν, ξύπνα!) και όλο χαρά είχα πάει απο τον ΟΤΕ, να πάρω σειρά σε ένα τηλεφωνικό θάλαμο, ωστε να μοιραστώ αυτή τη χαρά με τους δικούς μου.
Πόση διαφορά με το σήμερα.... Εκείνη την εποχή -να μην ξεχνιόμαστε πάντα- τα κινητά τηλέφωνα ήταν αντικείμενο επιστημονικης φαντασίας, έτσι η επικοινωνία ήταν σαφώς πιο δύσκολη, μα εξ αιτίας ακριβώς αυτής της δυσκολίας, ήταν και πιο ουσιαστική.
Μου είχαν κάνει φοβερή εντυπωση τα άρθρα που είχαν γραφτεί - σε συγκεκριμένες στήλες- τόσο στον Ήχο όσο και στη Μουσική, για τους Joy Division και για τον Ian Curtis (1956-1980). Τα πρώτα που είχα διαβάσει, τον είχαν προλάβει ακόμη εν ζωή, θα 'ταν αρχές του '80. Μουσική δεν είχα ακούσει, οι εκπομπές του Χρ. Δασκαλοπουλου δεν έφταναν στα Γιάννενα (πόσο μάλλον στην Κέρκυρα)
Όμως, απο τα επόμενα άρθρα, τα μηνύματα δεν ήταν καλά. Οι εξαιρετικοί αρθρογράφοι των περιοδικών έφτιαχναν ενα φοβερά αληθινό σκηνικό για το τι μπορούσε να περιμένει ή να μην περιμένει κανείς - μουσικά και στιχουργικά- απο ενα συγκρότημα που το κύριο πρόσωπο του, ο βασικός πρωταγωνιστής, είχε επιλέξει να βάλει τέλος στη σύντομη ζωή του, μετά απο το βουβό συναπάντημα με τον Stroszek του Werner Herzog και με τον "ηλίθιο" του James Osterberg Jr.
Mουσική..
Heart and soul
Instincts that can still betray us,
A journey that leads to the sun,
Soulless and bent on destruction,
A struggle between right and wrong.
You take my place in the showdown,
I'll observe with a pitiful eye,
I'd humbly ask for forgiveness,
A request well beyond you and I.
Heart and soul, one will burn.
Heart and soul, one will burn.
An abyss that laughs at creation,
A circus complete with all fools,
Foundations that lasted the ages,
Then ripped apart at their roots.
Beyond all this good is the terror,
The grip of a mercenary hand,
When savagery turns all good reason,
There's no turning back, no last stand.
Heart and soul, one will burn.
Heart and soul, one will burn.
Existence, well what does it matter?
I exist on the best terms I can.
The past is now part of my future,
The present is well out of hand,
The present is well out of hand.
Heart and soul, one will burn.
Heart and soul, one will burn.
One will burn, one will burn,
Heart and soul, one will burn.
Ακόμη θυμάμαι, μη μπορώντας να συγκρατήσω ένα ελαφρό όσο και πικρό μειδίαμα, οτι είχα μείνει για λίγη ώρα με δυο δίσκους στα χέρια να διαλέξω ποιον θα αγοραζα. Ο ένας ήταν το Closer (1980).. Όσο κι αν προσπάθησα να θυμηθώ ποιος ήταν ο άλλος, δεν τα κατάφερα. Ούτε καν λίγες μέρες μετά. Ο Κώτσης έκανε δικες του εισαγωγές δίσκων αρκετές φορές (πρέπει να είχε άκρες στην Ολλανδία, έτσι μου είχε πει), αν και η σφραγίδα στο βινύλιο έκανε σαφέστατη την προέλευση του. Μπολώνια.
Δεν ήταν ιδιαίτερα ακριβός ο δίσκος (ακόμη γράφει 350 δρχ), είπαμε ήταν και η χαρά μου στη μέση, δεν το πολυσκέφτηκα όταν ήρθε η ώρα της πληρωμής.Μα.. τι ήταν αυτό το αριστούργημα!!!
Ειδικά η δευτερη πλευρά, που ξεκινά με το τραγούδι της ανάρτησης...
Σαν ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή, σαν ένα μακροβούτι στον Αχέροντα και όχι φυσικά στον γεωγραφικό.
Παραδέχομαι πως άλλα ήταν τα στοιχεία του άλμπουμ που με έκαναν να το αγαπήσω - The Eternal, Decades, Passover, Isolation - όμως, μετά απο τόσα χρονια, 29 πια, το Heart and Soul είναι αυτό που με φέρνει πισω ξανά. Και είναι δυο τα σημεία που ξεκλειδώνουν το δωμάτιο με τις αναμνήσεις: Μόλις μπαίνουν τα πλήκτρα του -συγχωρεμένου πια- Martin Hannett (ουσιαστικά μέλος του γκρουπ και ενας απο τους σπουδαιότερους παραγωγούς) και όταν ο ντράμερ, ο Stephen Morris, ξεφεύγει απο τον αυστηρό ρυθμό του κομματιού και τα χτυπήματα στα τύμπανα - τα ήδη αλλοιωμένα απο την παραγωγή- ακούγονται σαν πυροβολισμοί...
Ένα απο τα πρωτα πράγματα που έκανα - αφου (θέλω να πιστευω πως) συνήλθα απο το αρχικό σοκ, ήταν να γράψω το άλμπουμ σε μια κασέτα (μαζί με άλλα καλούδια της εποχής) και να τη δώσω στον καλό μου φίλο τον Χυτήρη, την επόμενη φορά που συναντηθήκαμε στην Κέρκυρα. Ο Σπύρος, ακόμη μου το θυμίζει και μάλιστα ακόμη έχει τη συγκεκριμένη κασέτα (καλά φυλαγμένη- όπως μου λέει) και όπως και να το κάνουμε, είναι κάτι που με συγκινεί. (Κάτι τέτοια "ασήμαντα" πράγματα, ίσως μεταφέρουν και την ουσία της ύπαρξής μας..)
Ο δίσκος, πάλεψε τόσα χρόνια με ενα σωρό άλλα ακούσματα. Είχε και την μοίρα να πέσει σε συγκυρίες, σε ατυχίες, σε χαρές, σε πρωινά του Ιουλίου, σε σκοτάδια, σε βροχές και σε λιακάδες. Πέρασε και αυτός, μαζί μου, σχεδόν όλα όσα πέρασα τα τελευταία τριάντα χρόνια (περιπου) απο τη ζωή μου.
Και συνεχίζει ακόμη, μαζί μου, σε μια στενή σχέση που ξεκίνησε εκείνο το -ξέχασα να το πω- πολύ ήσυχο απόγευμα. Μα, αυτός δεν είναι και ο τίτλος του;υγ. Όχι, δεν πήγα να δω το Control. Λένε βέβαια πως ήταν πολύ καλή ταινία. Τι θα μπορούσε όμως να μου φέρει ξανά πίσω;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου