Σε μια από τις πρώτες αναρτήσεις αυτού του -όχι πια και τόσο συνεπούς- ιστολόγιου-, είχα αναφερθεί σε έναν από τους αγαπημένους μου δίσκους, το "Nothing Can Stop Us" (1982). Περισσότερο μια συλλογή από ΕΡ και 45αρια και μάλιστα με φαινομενικά ετερόκλητες διασκευές, το άλμπουμ αυτό του Robert Wyatt, είναι ταυτόχρονα σπουδαίο κομμάτι του παζλ για όποιον θελήσει να κάνει μια κατάδυση στο συναρπαστικό έργο του. Σπουδαίο είπα, ε? Μάλλον απαραίτητο ίσως είναι η καλύτερη έκφραση. Απαραίτητο από πολλές απόψεις. Και τι δεν περνάει από μπροστά μας είτε ως εικόνες είτε ως ήχοι, αυτά τα -(στην ελληνική έκδοση) περίπου- 45 λεπτά! Μπαγκλαντες, Κούβα, Στάλινγκραντ, αμερικάνικος ρατσιστικός Νότος, λατινική Αμερική... Ένας μεγάλος μουσικός σε αναπηρικό καροτσάκι, να σου κάνει μαθήματα πραγματικού διεθνισμού, χωρίς συνθηματολογίες.
Ήταν τα πρώτα χρόνια της ελληνικής Virgin και το βινύλιο ήρθε σχεδόν αμέσως στα δισκάδικα, ακόμη και στην Κέρκυρα που ως μη φοιτητούπολη (τότε) εμφάνιζε δυσκολίες στην αναζήτηση τέτοιου είδους μουσικής.
Ανεπανάληπτες στιγμές χαράς! Παραμονή πρωτοχρονιάς του '82 προς '83..
Το σφραγισμένο πλαστικό κάλυμμα του άλμπουμ είχε ήδη καταλήξει σε ένα κάδο πριν καλά καλά φτάσω στο σπίτι. Ήθελα να δω αν υπάρχουν οι ..στίχοι. Δεν υπήρχαν φυσικά αλλά και δεν ...χρειαζόταν!!
Η αποψινή ανάρτηση, τελευταία της -αρκετά δύσκολης όπως αποδείχθηκε- φετινής χρονιάς είναι αφιερωμένη σε ένα από τα τραγούδια (βεβαίως διασκευή) του άλμπουμ αυτού, του Arauco της σπουδαίας Violetta Parra (1917-1967). Τραγούδι που γράφτηκε το 1962, αλλά τελικά βρήκε τη θέση του σε επίσημη κυκλοφορία μόλις το 1971, στο άλμπουμ της "Canciones Reencontradas en París", τέσσερα χρόνια μετά τον ανελέητα πρόωρο χαμό της. Σαφείς και ευθείες αναφορές σε κοινωνικούς αγώνες, σε δικαιώματα, σε θυσίες, χθεσινές, του σήμερα και του αύριο. Ένα απίστευτο ποίημα που η δημιουργός του το έντυσεμε μια εξίσου απίστευτη μελωδία. Ή μήπως έγινε το αντίθετο? Ισπανοί κατακτητές με τη γεύση του ματωμένου χρυσού .. Ινδιάνοι αγωνιστές που η Παρα καλεί να σηκωθούν απο το χώμα.. Αιώνες αδικίας, μαθήματα ιστορίας και κοινωνικής πάλης, μέσα σε πάνω κάτω τρια λεπτά.
Arauco tiene una pena Arauco tiene una pena Que no la puedo callar, Son injusticias de siglos Que todos ven aplicar, Nadie le ha puesto remedio Pudiéndolo remediar. Levántate, Huenchullán.
Un día llega de lejos Huescufe conquistador, Buscando montañas de oro, Que el indio nunca buscó, Al indio le basta el oro Que le relumbra del sol. Levántate, Curimón. .
Entonces corre la sangre, No sabe el indio qué hacer, Le van a quitar su tierra, La tiene que defender, El indio se cae muerto, Y el afuerino de pie. Levántate, Manquilef
Adónde se fue lautaro Perdido en el cielo azul, Y el alma de galvarino Se la llevó el viento sur, Por eso pasan llorando Los cueros de su kultrún. Levántate, pues, Callfull.
Del año mil cuatrocientos Que el indio afligido está, A la sombra de su ruca Lo pueden ver lloriquear, Totora de cinco siglos Nunca se habrá de secar. Levántate, Callupán.
Arauco tiene una pena Más negra que su chamal, Ya no son los españoles Los que les hacen llorar, Hoy son los propios chilenos Los que les quitan su pan. Levántate, Pailahuán.
Ya rugen las votaciones, Se escuchan por no dejar, Pero el quejido del indio ¿por qué no se escuchará? Aunque resuene en la tumba La voz de caupolicán, Levántate, Huenchullán.
και μαζί κάποιες σκέψεις..
Τον περασμένο Νοέμβρη, βρέθηκα πάλι στο χωριό του πατέρα μου για λιγότερο απο μια ώρα, αυτή τη φορά μαζί με τον αδελφό μου, έτσι, για να βγάλουμε καμιά φωτογραφία να του δείξουμε. Αγαπημένο μέρος, ο χώρος μπροστά απο το σχολείο, σαν να λέμε, η αυλή του, μια και είναι μοιρασμένος νοητά με την εκκλησία. Το δημοτικό είναι γνωστό (και αυτό) σε όσους παρακολουθούν τούτο το ιστολόγιο. Αυτή τη φορά, δεν ήταν κάποια ξεχασμένη υδρόγειος που μου τράβηξε την προσοχή, αλλά μια μεγάλη χούφτα φύλλα, χρυσά φύλλα που είχαν πέσει απο τα δυο τεράστια πλατάνια.
Τι να πω?
Το πρώτο πράγμα που μου πέρασε απο το μυαλό ήταν ακριβώς αυτή η φράση που δανείστηκε τελικά ο τίτλος. Πέρασαν τα χρόνια -όλα- απο το 1982, όταν πρωτάκουσα αυτό το άλμπουμ, αυτό το συγκεκριμένο τραγούδι. Όλα αυτά τα χρόνια, μέσα στα οποία από φοιτητής του φυσικού τμήματος μεταλλάχθηκα σε καθηγητή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Και χάρηκα, φίλοι μου, πραγματικά χάρηκα, γιατί ξέρω πως έχω στα χέρια μου κάθε μέρα, χρόνια τώρα, χρυσάφι.
Όχι αυτό φυσικά που αναζητούσαν οι κονκισταδόρες στο τραγούδι της Violetta Parra, αλλά το γνήσιο, αυτό που διαμορφώνεται, αλλά δεν κοστολογείται, δεν αγοράζεται και δεν πωλείται. Τι άλλο να ζητήσει κανείς?
Αφιερωμένο στους μαθητές και στις μαθήτριες μου (πρώην - νυν και μέλλοντες)
Φαίνεται πως με τα χρόνια αρχίζω (και 'γω) να αποκτώ ιδιοτροπίες. Δεν εξηγείται αλλιώς αυτη η πολύ "επιφυλακτική" στάση που κρατώ απέναντι σε νέους καλλιτέχνες. Οχι οτι είμαι "πιουρίστας" - ίσα ισα, μ αρέσει να αναζητω συνεχως καινούργιους ήχους. Μάλιστα, μετά την εμπλοκή μου εδω και αρκετά χρόνια με το διαδίκτυο, οι πληροφορίες για όλων των ειδών τα ακροαματα έρχονται με τρομερούς ρυθμούς, κάτι που φυσικά δεν με ενοχλεί καθόλου. Το αντίθετο μάλιστα. Κάθε φορά που έρχομαι απέναντι σε κατι καινούργιο (έστω κι αν είναι είτε 400 ετών, είτε μερικών μηνών) που μου αρέσει, αισθάνομαι μια γνώριμη χαρά, αυτή της ανακάλυψης. Πολλά λέω όμως και ολη τούτη την ωρα περιαυτολογώ.
Η καινούργια χιλιετία, μέσα σε αυτα που έφερε, καλά ή κακά δεν είναι το θέμα μας, αναβίωσε 'η τουλάχιστον προσπάθησε να αναβιώσει ενα κλίμα πολύ κοντά σε αυτό που λέμε ψυχεδελική φολκ, εναλλακτική φολκ, καντρι φολκ, lo-fi φολκ κλπ. Δεν θα καθήσω απόψε να ασχοληθώ με ενα προς ενα τα πολύ ενδιαφέροντα αυτά είδη, όχι γιατι δεν μου αρέσουν - εντάξει, είμαι λιγο ιδιότροπος, αλλά όχι και τόσο!- αλλά γιατί θα είναι σαν να αδικώ τον καλλιτέχνη που είναι ο καλεσμένος της αποψινής ανάρτησης. Που δεν είναι άλλος απο τον Sufjan Stevens
Μοναδική ευαισθησία, κοινωνικός πολυδιάστατος προβληματισμός, φοβερό μουσικό ένστικτο, οτι και να πει κανείς ειναι λίγο γι αυτόν τον σπουδαίο σύγχρονο τροβαδούρο.
Την εποχή που ξεκίνησε να δραστηριοποιείται και να φτάνει στο peak της -μέχρι τώρα- μουσικής του διαδρομής, δυστυχώς δεν είχα τον ελεύθερο χρόνο να ακούσω πιο προσεκτικά το έργο του, κάτι που τελικά έγινε πριν απο ενα δυο χρόνια (όχι ο ελευθερος χρόνος, αυτός εξακολουθέι να είναι δέσμιος του διδακτορικού μου, αλλά μην τα θέλουμε κι όλα..).
Προσωπική επιλογή, το υπέροχο Illinoisε (2005) και απο το οποίο επιλέγω το John Wayne Gacy, Jr., ενα συγκλονιστικό κομμάτι για τον ομώνυμο serial killer της δεκαετίας του '70
John Wayne Gacy, Jr. His father was a drinker And his mother cried in bed Folding John Wayne's t-shirts When the swingset hit his head The neighbors they adored him For his humor and his conversation Look underneath the house there Find the few living things, rotting fast, in their sleep Oh, the dead
Twenty-seven people Even more, they were boys With their cars, summer jobs Oh my God
Are you one of them?
He dressed up like a clown for them With his face paint white and red And on his best behavior In a dark room on the bed He kissed them all He'd kill ten thousand people With a sleight of his hand Running far, running fast to the dead He took off all their clothes for them He put a cloth on their lips Quiet hands, quiet kiss on the mouth
And in my best behavior I am really just like him Look beneath the floor boards For the secrets I have hid
Νομίζω πως -σχεδόν- κλείσαμε με το Ιλλινόι. Δεν ξεμπερδέψαμε βέβαια με το Ηβανστον. Πως θα μπορούσα άλλωστε.
Βλέπετε, ο Σούφγιαν Στήβενς δεν θα μου ζητήσει ποτέ το λόγο γιατί δεν έγραψα παραπάνω πράγματα για το έργο του, για τις επιρροές του (που ξεκινούν απο Στραβίνσκι, περνούν σε Σοστακόβιτς, κάνουν στάση σε Φίλιπ Γκλας και μεταξύ των άλλων ξεγελούν τον Τέρι Ράιλυ - ΟΛΟΙ αγαπημένοι!). Δεν πρόκειται ποτέ -λέμε τώρα, γιατι καμια φορά δεν ξέρεις!!- να μου παραπονεθεί λέγοντάς μου οτι δεν έγραψα κάτι για τους φανταστικούς στίχους τους οποίους ντύνει με τη μουσική του (ή καλύτερα τις μουσικές του), την ίδια ώρα που αυτοί, οι στίχοι δηλ. γίνονται αντικείμενο μελέτης απο φοιτητπές του Χάρβαρντ (τουλάχιστον).
Όμως, το Ήβανστον.. Μια πόλη λίγο μικρότερη απο τα Γιάννενα (75000 κόσμο), που ψήφισε Ομπάμα (87% παρακαλώ..) του αμερικανικού βιομηχανικού (σχεδόν) βορρά, αν θέλουμε να το δούμε απο πλευράς γεωγραφίας. Ε και?
Καποτε λοιπόν, πριν απο πολλά χρόνια, μια -τότε- φίλη μου από κει, μου δήλωσε μεταξύ σοβαρού και αστείου και υπο υπόκρουση Pretzel Logic πως το Ηβανστον δεν είναι η "πολη του Ηβανς (Evans)" , αλλά κανονικά λέγεται Ηeavenston, κάτι που μ εκανε να ξεκαρδιστώ με την αφέλεια του μέσου αμερικανού/ίδας. Αλλά και κατι που όσο τρελό και αν ακούγεται ...υπάρχει στα όσα αναφέρει η wikipedia γι αυτη την αμερικάνικη μικρή πόλη.
Παραδεισούπολη (!) λοιπόν.. Φέτος το καλοκαίρι, μη έχοντας κανονίσει τίποτε για διακοπές (προσπαθούσα ο "έρμος" να μάθω μερικά βασικά πράγματα για ενα στατιστικό πρόγραμμα επεξεργασίας), αποφασίσαμε μαζί με τη σύζυγο να πάμε μια ολιγοήμερη εκδρομή κάπου που να μην εξαρτώμαστε απο πλοία. (Αρκεί το φερι Κερκυρα-Ηγουμενίτσα) Ο "εύκολος" προορισμός έγινε αρχικά Ξάνθη (υπέροχη), μετά Κομοτηνή (πολύ ενδιαφέρουσα) και τέλος Αλεξανδρούπολη.. Ετσι, 2 μερες σε καθε μια. Φοβερά μέρη, ωραίες διαδρομές, ας πούμε ενα διάλλειμμα απο τη ρουτίνα. Φτάνοντας στην Αλεξανδρούπολη (ψέμματα, ήδη απο την Ξάνθη), άρχισε μια ιδέα να ξεδιπλώνεται στο μυαλό μου: Να επισκεφτώ... έστω και καθυστερημένα, τον φίλο μου τον Γιάννη, να του αφήσω κάποια λουλούδια και -ίσως- να ανάψω και κάποιο καντήλι, που πιθανόν να είχε εκει κοντά. Ειναι απερίγραπτο ενα τέτοιο ταξίδι, ανήμερα δεκαπενταύγουστο. Σε κάθε τοπίο ερχόταν οι αφηγήσεις του αδικοχαμένου μου συμφοιτητή, για τα χωράφια, για το τρακτέρ που όργωνε, για το Οπελ Ασκόνα του πατέρα του (τούχε σβήσει το 1.2 ο μπαγάσας ο Γιάννης και του είχε βάλει ταμπελίτσα 1.9 !!!) , τη μουσική που έβαζε στο χωριό τα καλοκαίρια, οι Τζεθρο Ταλ, οι Κινκς, ο Αλ Στιουαρτ... Λες και ο απέραντος κάμπος εκεί ψηλα στο τριεθνές, έφτιαχνε εικόνες και εφερνε ήχους που ξεπερνούσαν το θόρυβο της μηχανής και μεταλλάσσονταν σε ατέλειωτες φοιτητικές συζητήσεις για Σοφτ Μασιν, Βαν ντερ Γκραφ και Φλητγουντ Μακ. Για τη Μαρία, για τη Θένη, για την Άννα. Την Άννα... Για τον απειροστικό, τη μηχανική, τη στατιστική. Γέλια, φωνές, πλάκες... Ήλιος και πολλή ζέστη. Kαι μια ατέλειωτη, βασανιστική ευθεία -μάρτυρας η φωτογραφία- λες και ο προορισμός έκανε αστεία. Μια αίσθηση περίεργη, σαν να ταξιδευεις έξω απο αυτόν τον κόσμο. Και, φαντάζομαι - είμαι δηλ σίγουρος- πως και η γυναίκα μου είχε καταλάβει τη συγκίνησή μου (είχε χάσει κι αυτή πριν απο μερικά χρόνια μια καλή της φίλη, έτσι τζάμπα, λες και οι καλοί άνθρωποι πρέπει να αφήνουν ενα μικρό στίγμα σ αυτό τον κόσμο, τόσο δα..) Φτάσαμε στο χωριό. Για πάνω απο μια ωρα κάναμε γύρες μέσα στους τάφους. Τίποτε. Ημουν σίγουρος όμως, έτσι μου είχαν πει οι συγκάτοικοί του και αδερφικοί μου φίλοι. Εκεί ήταν. Αλλά, που? Απογοητεύτηκα. Ντράπηκα και ξεκίνησα να φύγω. Λίγο παραπέρα, δυο κυρίες γύρω στα 65 στον κήπο τους παρατηρούσαν ενα "ξένο" αυτοκίνητο, 3 η ωρα το μεσημερι να ερχεται απο το νεκροταφείο. "Τι θέλετε?" "Ψάχνω να βρω... να, ο Αργυριάδης ο Γιάννης, ξέρετε.." "Όχι, δεν ξέρουμε, τέτοιο όνομα εδω".... Τάχασα. Το μόνο που δεν σκέφτηκα ήταν πως, όπως γίνεται συνήθως, ο Γιαννάκης ήταν απο διπλανό, μικρότερο χωριό και έλεγε τα Δίκαια σαν χωριό του. Κεφαλοχώρι.. Είχαν και σταθμό τραίνου άλλωστε!!! Λίγα χιλιόμετρα (ενα? δυο?) πιο πάνω ήταν... Πάλι μου την έσκασε. Αλλά θα ξαναπάω.. Τώρα που ξέρω και το δρόμο..
υγ: Κόσμος έρχεται και -δυστυχώς- κόσμος φευγει. Αφιερώνω την ανάρτηση αυτή στη μνήμη της Ρόης Λαμπρίδου (έστω και με καθυστέρηση) και του Νίκου Γαλατσάνου..
Τι "ζημιά" ήταν αυτή που είχε κάνει εκείνη η φοβερή και τρομερή λίστα του Αργύρη Ζήλου στον "Ήχο" στα τέλη της δεκαετίας του '70.. Και μια τρελή παρέα είχε βαλθεί να αποκτήσει όλα αυτά τα άλμπουμ, τα 50 καλύτερα του ροκ, σύμφωνα με τον κορυφαίο μουσικοκριτικό, τα 50 καλύτερα μέχρι εκείνη την εποχή, θα συμπλήρωνα εγώ και δεν νομίζω να διαφωνούσε ο Αργύρης. Βέβαια, ήταν πολύ δύσκολο να βρεθούν όλα. Ήταν ακόμη μια εποχή πολύ δύσκολη στο να βρεις ότι δίσκο ήθελες. Καλά καλά δεν γνώριζες ονόματα, πέρα από αυτά που έγραφαν οι καλοί συντάκτες του Ήχου, της Μουσικής και του -τότε Ποπ και Ροκ. Έτσι, μια τέτοια λίστα ήταν κάτι σαν πυξίδα για όλους εμάς που είχαμε αποφασίσει -χωρίς να το ξέρουμε- πως η ζωή μας θα ήταν κατά κάποιο τρόπο "ταγμένη" στην αναζήτηση ήχων, ήχων και άλλων ήχων, με όλο το κόστος (και δεν αναφέρομαι φυσικά μόνο στο οικονομικό μέρος) που συνεπάγεται μια τέτοια αφιέρωση. Ενα απο τα άλμπουμ που υπήρχε στη λίστα των "50 καλύτερων" ήταν και το Pretzel Logic των Νεουορκέζων Steely Dan (1974). Το όνομα λοιπόν αυτό, με την παρουσία του στη λίστα, με έσπρωξε να αγοράσω το καλοκαίρι του '80, το "Gaucho". Απογοητεύτηκα. Όχι πως δεν ήταν καλό, να εξηγούμαστε. Απλά, ήταν έξω απο τα νερά που κολυμπούσα τοτε. Μυαλό δεν έβαλα - τι είδηση!- και μερικούς μήνες αργότερα, νάσου και το Can't buy a Thrill, το πρώτο τους. Ωπ! Εδω τα πράγματα ήταν πολύ, μα πολύ καλύτερα. Αρχές λοιπόν του καλοκαιριού του '82, δίνω μια δική μου λίστα με αναζητήσεις βινυλίων σε ενα φίλο - που με κοροιδευει απο ψηλά- και εκεί γύρω στον Ιούνιο, έρχεται το Λογικό κουλουράκι του εξαιρετικού δίδυμου των Fagen και Becker. Μα... δεν υπήρχε ουτε ενα απλά καλό τραγούδι! Αλλά... Ενα Α Π Ι Σ Τ Ε Υ Τ Ο αριστούργημα, ενα μπουκέτο απο λουλούδια, μια βροχή απο συναισθήματα που ξεπηδούσαν απο τα αυλάκια του βινυλίου (εισαγωγής και εκπληκτικής εγγραφής, ακόμη και για το φτηνό μου τότε στερεοφωνικό) Πόσες φορές έχει τύχει να ακόυσετε κάτι και να αισθανθείτε πως αγαπάτε ΟΛΟ τον κόσμο? Δυσκολευομαι πραγματικά να βρω κάποιο τραγούδι να πρωτοδιαλέξω..
Pretzel Logic I would love to tour the Southland In a travelling minstrel show Yes I'd love to tour the Southland In a traveling minstrel show Yes I'm dying to be a star and make them laugh Sound just like a record on the phonograph Those days are gone forever Over a long time ago, oh yeah
I have never met Napoleon But I plan to find the time I have never met Napoleon But I plan to find the time 'Cause he looks so fine upon that hill They tell me he was lonely, he's lonely still Those days are gone forever Over a long time ago, oh yeah
I stepped up on the platform The man gave me the news He said, You must be joking son Where did you get those shoes? Where did you get those shoes?
Well, I've seen 'em on the TV, the movie show They say the times are changing but I just don't know These things are gone forever Over a long time ago, oh yeah
Μα, δεν είναι δίκαιο.. Αμέσως μετά ακολουθεί το With a Gun, μετα το Charlie Freak... Ή μήπως να πάμε στην πρώτη πλευρά?? Με το Rikki don't loose that number, για την Erica DeGre, το Barrytown... To άλμπουμ γράφτηκε κατευθείαν σε μια Maxell, 90αρα και ήταν η συντροφιά μου στο παλιό Πεζώ 104 του πατέρα μου, για εκείνο το καλοκαίρι (μα και για πολλά ακόμη). Μουντιαλικό καλοκαίρι, στα γήπεδα της Ισπανίας, με Σουμάχερ, Πλατινί, Μπατιστόν και Αλτομπέλι. Αλλά και ατέλειωτα υγρά μπάνια σε θάλασσες, σε παραλίες και αμμουδιές. Και φυσικά, αυθόρμητα η ερώτηση "Have you ever met Napoleon?" Mια ερώτηση χωρίς την πιθανότητα σοβαρής απάντησης, απο την ίδια της τη φύση. Και κάπου εκεί γύρω και το ...Evanston. Που, φαινομενικά, δεν πολυκολλάει σε όλα αυτά. Ετσι δεν είναι? Ε, δεν πειράζει, ας μείνει κάτι και για μένα..
(αφιερωμένο στον Ηρακλή, τον Ηλία, τον Σπύρο, τον Νίκο και φυσικά στη Mary, άσχετα αν δεν το διαβάσουν ποτέ)
Στο επόμενο: ΗΒΑΝΣΤΟΝ, ΙΛΙΝΟ'Ι' (Evanston, Illinois) - για το θάνατο
Είχα ήδη ολοκληρώσει την φοιτητική μου περιπέτεια, όταν - εβδομάδες πριν ξεκινήσω την αμέσως επόμενη, την στρατιωτική- έπεσε στα χέρια μου (εννοώ δηλαδή πως το αγόρασα..) το άλμπουμ των This Mortal Coil "It 'll End in Tears" (1984). Αποκτήθηκε την ίδια μέρα με ένα άλλο αγαπημένο άλμπουμ, των Dead Can Dance, λες και κάποια μυστηριώδης οντότητα ήθελε να με στενοχωρήσει εν όψει της παρατεταμένης - όπως λανθασμένα πίστευα- αποχής μου από τις πολύωρες ακροάσεις λόγω της στρατιωτικής θητείας.
(Ανοίγω μια μικρή παρένθεση εδώ, μια και εκείνη την τρομερή περίοδο 1984-86, όχι απλά δεν σταμάτησα την αγορά βινυλίων, αλλά -εξ αιτίας της διετούς παραμονής μου στην Αττική γη- του έδωσα που λέμε και κατάλαβε. Είτε στο Βασιλακα, ειτε στο τζαζ-ροκ, είτε αλλού, όλα σχεδόν τα λεφτά των συντηρήσεων μετατρέπονταν σε δίσκους/δευτερο χέρι... μα τα εχω ξαναπει αυτά)
Φοβερή κολεκτίβα - όπως πίστευα στην αρχή - ίσως όμως "απλώς" ένα υπερ-σχήμα κάτω απο την εποπτεία του Ivo Watts-Russell της 4AD, σε εκείνο το άλμπουμ έδινε μια άλλη διάσταση σε τραγούδια που ήδη είχαν γράψει τη δική τους ιστορία και διαδρομή, αλλά στην πλειοψηφία τους είχαν μείνει άγνωστα για το λεγόμενο "ευρύ κοινό", βάζω και την αφεντιά μου σε αυτό.
Συγκλονιστικά τραγούδια, όπως το Song to the Siren(του Tim Buckley, απο τις πρώτες αναρτήσεις μου εδώ σε αυτό το μπλογκ, χωρίς όμως πολλές ιστορίες) ή το Another Day (του Roy Harper, και αυτό έχει τη δική του παρουσία εδώ), αλλά και άλλα, του Chilton, Colin Newman (ναι, δεν έχω κάνει ακόμη αφιέρωση στους Wire, το ξέρω..), μα και δικά τους, της υπερ-παρέας...
Τα δυο τραγούδια που χρωμάτισα, ήταν και αυτά που "καταδίκασαν" το βινύλιο πολύ σύντομα σε μερικές γρατσουνίτσες, μια και ακούγονταν περισσότερο απο τα άλλα, κάτι απόλυτα λογικό (ετσι δεν είναι?)
Φυσικά, κάθε κυκλοφορία των TMC ήταν "είδηση" για τα αυτιά μου - και όχι μόνο. Ακολούθησαν άλλα δυο απίστευτα άλμπουμ και η παρέα σταμάτησε το σχήμα αυτό. Εγινε μια προσπάθεια ακόμη, εκει στα μέσα των '90s, με άλλο όνομα (Hope Blister), αλλά τιποτε το ιδιαίτερο.
και
Αλλά... ωπ! Ενα λεπτό! Κατι για Μπερνούλι λέει ο τιτλος. Τι δουλειά έχει η κβαντική εδω? Για να συμμαζευτούμε λίγο! Και Σαίξπηρ! Σαίξπηρ???? Ε, καλά τώρα! Είπα να σχεδιάσω ενα σύνθετο τίτλο, ετσι για εφε (αν και το γκρουπ πήρε το όνομά του απο μια φράση απο τον Αμλετ του μεγάλου άγγλου συγγραφέα..)
Εκεί λοιπόν στα τέλη της δεκαετίας του '80, με τις πολλές αλλαγές, είχα αρχισει για βιοποριστικούς λόγους - και δεν είναι ντροπή να το λέω - να κάνω κάποια μαθήματα (φυσικη/χημεία). Δύσκολη εποχή, δεν ήμουν κάποιο όνομα, τα παιδιά που βοηθούσα ήταν κατα κανόνα της γειτονιάς μου και τα χρήματα πολύ λίγα. Δεν με ένοιαζε όμως. Ειδικά, οταν ακουγα ωραίες ιστορίες, όπως π.χ. γιατί "βάφτισε" ο καλός μου φίλος/μαθητής Λούκας (που ασχολούνταν απο τοτε με τη μουσική) τη γάτα του Μπερνούλι, ή πως μπέρδεψε κάποιος την ιστορία με τα ημισφαίρια του Μαγδεμβούργου...
Και έρχεται μετά απο 20 τόσα χρόνια και μου τα θυμίζει χτες μέσω facebook αυτά ο Λούκας και μάλιστα μου λέει και για την κασετα που του έγραψα τότε και είχε και αυτό το τραγούδι (Song to the Siren) μέσα...
Εσείς στη θέση μου δεν θα του αφιερώνατε αυτό το τραγούδι?
Το Another Day, φυσικά και εγωιστικά, το κρατάω για μένα....
και είναι καλοί υπάρχουν ανθρωποι που αγωνίζονται για ενα χρόνο και είναι καλύτεροι υπάρχουν κι αλλοι που αγωνίζονται για πολλά χρόνια και είναι ακόμη πιο καλοί
Μα, υπάρχουν κι αυτοί που αγωνίζονται όλη τους τη ζωή αυτοί είναι οι απαραίτητοι (Μπ. Μπρεχτ)
Θα πρέπει να ήταν 1982. Αρχές του καλοκαιριού. Ειλικρινά δεν θυμάμαι αν είχαμε τελειώσει με την εξεταστική του Ιουνίου ή αν τότε θα ξεκιναγε. Πιθανόν να ήταν και μέσα στην εξεταστική, κάποιο τριήμερο. Ότι και ναταν όμως, ήταν απο αυτά τα ωραία πράγματα που σε γεμίζουν εμπειρίες, όχι λόγω κάποιου "κοσμοιστορικού γεγονότος" ή ακόμη περισσότερο λόγω κάποιου μετα-ανοιξιάτικου φλερτ. Φλερτ.. Να, ξέρετε, αυτά τα φλερτ που συνοψίζονται σε ενα δυο βλέμματα, ενα ζευγάρι μάτια, κάποια αθλητικά παπούτσια ίσως ή ενα μπλουζάκι απλο λιτό, κοριτσίστικο. Μην ξεχνάμε, είμαστε στις αρχές του 80, δεν υπάρχουν στον κόσμο μου ακριβά και λούσα και αυτό το περιβάλλον με μαγευει ακόμη και -δεν το κρύβω- μου λείπει όταν πηγαίνω τώρα πια στα Γιάννενα. Πικραινομαι όποτε πηγαίνω εκεί, μια και αισθάνομαι παντελώς .."ξένος". Χωρίς εκείνους τους φίλους διπλα, χωρίς εκείνη την συναρπαστική ρουτίνα της συνεχούς ανακάλυψης. Εντάξει, και τώρα έχω αυτό το χόμπι, αλλά, να, το τότε με τα μάτια του σήμερα είναι απόλυτα μαγικό και νοσταλγικό.
Είναι αργά το απόγευμα λοιπόν, σχεδόν βράδι και γίνονται κάποιες πολιτιστικές εκδηλώσεις στο Κάστρο της πόλης, κάτι σαν φεστιβάλ. Α! Νά το! Ήταν η γιορτή κάποιας νεολαίας, αλλά τελείως "φρι" κατάσταση, πρέπει να ήταν και κάποιος πολιτιστικός σύλλογος μαζί. Από δημοτικά και χορούς, μέχρι Παπάζογλου (θα είπε τον "υδροχόο" 3-4 φορές - πριν καν κυκλοφορήσει σε δίσκο - και το ψάχναμε οι άρρωστοι), ροκ συγκροτήματα γιαννιώτικα και τζαζ... Φρι τζαζ. Ελληνικά γκρουπ, θυμάμαι ενα τρομπονίστα, καλοντυμένο, που μετά από 5 λεπτά είχε το πουκάμισό του απ έξω, κτυπιότανε ολόκληρος και μια απίστευτη ενέργεια να βγαίνει επι μια ώρα. Και μετά, κάποιοι συμφοιτητές με ένα ακουστικό σχήμα και ξανά δημοτικά.
Δεν είχε -φυσικά- είσοδο όλη αυτή η γιορτή, ξεκινούσε απόγευμα και τέλειωνε βράδι, αργά - είπαμε στο κάστρο, πριν αναβαθμιστεί ο χωρος των νυν μουσείων. Και ανάλογα με τους φίλους, την παρέα, ξαναπήγαινες στην πόλη, ξαναρχόσουν και αισθανόσουν πως ο κόσμος είχε αλλάξει διαστάσεις. Λες και είχε μικρύνει για να μπορείς να κινείσαι μέσα στα όνειρά σου. Ή από την άλλη, αυτός ο μικρούλης χώρος του κάστρου, είχε γίνει τεράστιος, όλος ο κόσμος.. Και κάπου να λες, "μα που ήταν πριν? κάπου εδώ? για κάτσε, εκείνο το κίτρινο μπλουζάκι? ..όχι", μα μετά ξανά οι ήχοι να σε τραβάνε από το μπράτσο και να σου δίνουν άλλους δρόμους. Και ξανά πάλι, "α εκ ει!", έτσι, για να υπάρχει κι ένα παραπάνω νόημα σε εκείνη την -το ξανάπαμε- ασαφή χωροχρονικά ζωή.
Μέσα σε αυτό το πανηγύρι, κάποιοι πουλούσαν κασέτες. Γνωστά ονόματα, κυρίως αντιγραμμένες, όλα αυτά που ακούγονταν τότε. Και Doors και Fleetwood Mac και Εκδίκηση της Γυφτιάς και Λοίζο και Αλεξίου, έλα τώρα, ξέρετε..
Και κάποια βινύλια, δεύτερο χέρι (?). Δεν αγόρασα μια και δεν το επέτρεπε -κυρίως- η οικονομία που προς το καλοκαίρι ήθελα να κάνω, αλλά να μην κρύβομαι, δεν ήξερα και την κατάσταση των δίσκων Και δω που τα λέμε, σε βραδινές αγορές σε υπαίθριο χώρο, ε! δεν το ρισκάρεις. Ξέρεις πόσες γρατσουνιές μπορεί νάχε?
Και κάποια ονόματα, δεν τα ηξερα! Κι αν έβγαινε "πατάτα"?
Θυμομουν πάντως, καθαρά ενα εξώφυλλο - μόνο το εξώφυλλο. Μου είχε φανεί ψυχεδελικό, αλλά τίποτε άλλο.
Πριν απο εννια χρόνια, το 2001, ξεφύλλιζα το Τζαζ κ Τζαζ, και σε μια στήλη που ασχολείται με "χαμένα αριστουργήματα" (δεν λέγεται έτσι, αλλά ετσι ειναι!) εμφανίζεται πανηγυρικά το ...εξώφυλλο. Ναι, του 1982!
Με το κανάλι επικοινωνίας που είχα ανοίξει τότε με ένα εξαιρετικό βιβλιοπωλειο/δισκάδικο στο Σαν Σεμπαστιάν, βρίσκω το cd (πλέον), πάμφθηνο, μαζι με 4-5 ακόμη άλμπουμ βασκικού προγκρέσιβ (πρέπει να τα ακουσει κανείς για να καταλάβει τι απίστευτα πράγματα παίζουν εκεί) και νάσου, ο κύριος Silvio Rodriguez με το υπέροχο άλμπουμ Mujeres, μου ξαναφέρνουν στην ψυχή όλα αυτά που έζησα εκείνες τις μέρες. Αυτά τα συγκλονιστικά μικρά και μεγάλα, τα σχεδόν τιποτε. Ξαναπαρελάσανε φίλοι, γνωστοί, άσπρα φτηνα αθλητικά παπούτσια, μεχρι που σχεδόν φοβήθηκα να κοιτάξω προς την πόρτα, μην τυχόν δω και κανα βλέμμα που έχω πια ξεχάσει...
Το τραγούδι του Rodriguez που διάλεξα να βάλω απόψε, δεν είναι απο το Mujeres. Είναι το "Sueño con serpientes" απο το Dias y Flores (1974)
Ξεκινάει με το ποίημα του Μπρεχτ που έγραψα πιο πάνω. Και συνεχίζει..
Sueño con serpientes
Sueño con serpientes,
con serpientes de mar,
con cierto mar Ay!
de serpientes, sueño yo.
Largas, transparentes y en sus barrigas llevan
lo que puedan arrebatarle al amor.
¡Oh!
La mato y aparece otra mayor
¡Oh! con mucho más infierno en digestión.
No quepo en su boca me trata de tragar
pero se atora con un trébol de mi sien
creo que está loca le doy de masticar una paloma
y la enveneno de mi bien.
¡Oh! La mato...
Esta al fin me engulle
y mientras por su estomago paseo
voy pensando en que vendrá
pero se destruye
cuando llego a su estomago
y planteo con un verso una verdad.
¡Oh!
La mato y aparece una mayor
¡Oh!
con mucho mas infierno
en digestión.
La mato y aparece una mayor
¡Oooooooh!
Βλέπω στο όνειρό μου ερπετά, ερπετά της θάλασσας Ναι, ονειρευομαι μια θάλασσα με ερπετά Μακριά, διαφανή και στις κοιλιές τους κουβαλούν όλα αυτά που μπορούν να κλέψουν απο την αγάπη Σκοτώνω ενα, κι ενα μεγαλύτερο εμφανίζεται με πιο πολλή κόλαση να καίει μέσα του Δεν χωράω στο στόμα του, προσπαθεί να με καταπιεί, μα πνιγεται απο το κεφάλι μου Νομιζω, είναι τρελό. Του δίνω ενα περιστέρι να μασήσει και με την καλωσύνη μου δηλητηριάζεται Να, τελικά με καταπίνει και καθώς περνω απο τον οισοφάγο του σκέφτομαι τι θα γίνει Μα καταστρέφεται καθως φτάνω στο στομάχι του καθώς απαγγέλλω ενα στίχο , μια αλήθεια
(σε μια πολύ "χαλαρή" μετάφραση)
Βέβαια..
Ο αιώνιος αγώνας για τη ζωή.
(Θεωρώ πως "αδίκησα" τον μεγάλο Silvio Rodriguez, μια και θα πρεπε να γράψω πολλά, πραγματικά πολλά γι αυτόν τον σπουδαίο Κουβανό συνθέτη. Όμως, πιστέψτε με, όσοι αναζητήσουν τη μουσική του και την προσωπικότητά του, θα βρεθούν μπροστά σε ευχάριστες εκπλήξεις. Α! Και δεν χρειάζεται να ανησυχείτε για τις γρατσουνιές)
Πέρασε αρκετός καιρός από την τελευταία ανάρτηση, μπορώ να πω πως ήμουν πολύ πιεσμένος από την εργασία και το σχολείο . Ε, όχι πως δεν είμαι και τώρα πολύ απασχολημένος, αλλά ήταν πολλές και οι σκέψεις που με συνόδεψαν αυτό το διάστημα.
Όμως, δεν "γύρισα" απόψε για να γράψω αυτές τις σκέψεις, αλλά για να μοιραστώ ένα ζευγάρι τραγουδιών με αρκετά κοινά σημεία μεταξύ τους.
Ας δούμε τα πράγματα από την αρχή:
Το 1970 κυκλοφορεί το εξαιρετικό From Home to Home των Βρετανών Fairfield Parlour. Σχεδόν παράλληλο σχήμα με τους Kaleidoscope απο τους οποίους προέκυψαν - τους Βρετανούς πάντα. Ιστορία οι Kaleidoscope... Δυο υπέροχα άλμπουμ και ενα ακόμη, το 1971 - ενώ έχουν μεσολαβήσει ενδιάμεσα οι FP. Το άλμπουμ του '71 κυκλοφόρησε τελικά είκοσι χρόνια μετά.. Βρετανική ψυχεδέλεια στις πολύ καλές της στιγμές. Και φυσικά, όπως είπαμε, οι ταμπέλες δεν κάνουν καλό σε αυτές τις ιστορίες. Απο την άλλη, τα εξώφυλλα πολύχρωμα και γευστικά. Αλλά όχι, το From Home.. δεν έχει χρώματα και εξοχές. Είναι ένα μισοσκότεινο δωμάτιο - σοφίτα- με μια μεσήλικη (και βάλε) φιγούρα που ξεφυλλίζει αναμνήσεις και που το πρόσωπο φαίνεται σε ενα καθρέπτη. Πολύ συναισθηματικό άλμπουμ, πολύ ωραία τραγούδια - το ξανάγραψα, ε?- και μεταξύ αυτών το απίστευτο Αries.. Όταν κάπου στη μέση μπαίνει το mellotron, νομίζω πως η φιγούρα σηκώνει το βλέμμα από το χαρτί...
Aries I used to collect cigarette cards Emma Crabley was a face I knew Spike Kasperak, he owned the pub He had a wooden leg, oh the names we used to call him
Me and my friends found a motorbike Whitey died flying through Woollies window Pilot Boat Park was our paradise Oh the summers with the girls, if you want to I'll show you the scars
Hold my hand and tell me where we are Hold my hand, hold my hand, Aries And tell me where we are Hold my hand
We smoked a million cigarettes Often woke behind the factory wall Spike Kasperak got twenty years I really don't know why, and just now I can't think back that far
Hold my hand and tell me where we are Hold my hand, hold my hand, Aries And tell me where we are Hold my hand
And upon the wall hangs the legend, "I love the Beatles" And the moss grows between the crumbling bricks And the boys play tricks on the girls
And somewhere that I've never seen It's still raining
Μαγικό... Και ερχόμαστε στον Bill Fay. Τι να πω? Η καλύτερα τι να πρωτοπώ..
Πρωτοάκουσα τραγούδι του, το "Scream in the Ears" πριν απο καμμιά 20αριά χρόνια σε μια συλλογή (Marmalade Skies). Εθιστικό, μεθυστικό αλλά και πικρό (κυρίως) κομμάτι. Τότε - φυσικά- δεν είχα πρόσβαση σε διαδίκτυο και τέτοιες ιστορίες, έτσι έμεινα με την απορία του τι άλλο είχε βγάλει αυτός ο καλλιτέχνης. Πριν απο λίγα χρόνια, βρηκα πολλά στοιχεία, βρήκα τους δίσκους του (δυο επίσημους και μερικές συλλογές) και περιμένω το χαμένο του άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει .. φετος. Τα λογια για αυτά τα δυο άλμπουμ είναι διχως αλλο φτωχα. Φυσικά, και τα δυο, στην εποχή τους (1970 το ομότιτλο και 1971 το Time of the Last Persecution) πήγαν "άκλαυτα". Δεν πούλησαν και όπως ήταν αναμενόμενο η εταιρία του, η Deram τον έδιωξε χωρίς πολλά πολλά.
Mε στίχους εμπνευσμένους απο τη Βίβλο - δίχως όμως ίχνος θρησκευτικού μανδύα, αλλά κυρίως απο τη ζωή των απλών ανώνυμων ανθρωπων. Χρησιμοποιεί ιστορίες του πολέμου , εμπνέεται απο τον Sassoon (Sing Us One Of Your Songs May) για να δείξει τον παραλογισμό της ανθρώπινης φύσης, την απώλεια ιστορικής μνήμης (Pictures of Adolf again) αλλά προχωράει ακόμη πιο βαθειά στη σκέψη και στην ψυχή..
Απο το πρώτο άλμπουμ του ακούμε το Gentle Willie.
Gentle Willie
Willie was a sailor He sailed on the sea And Willie said a sailor’s life Is the life for me But they sent him into battle For to lay down his life And Willie said a sailor’s life is not for me
So Willie joined the air force He learnt how to fly And Willie said how happy He was flying in the sky But they sent him into battle For to lay down his life And Willie said the air force is no life for me
Now Willie got to thinking People were plotting for his life So he bought himself a watchtower And locked himself inside But the tower looked o’er a battlefield Where men laid down their lives And Willie had to laugh but then he cried
Να που τελικά τις ιστορίες απόψε δεν τις είπα εγω. Η μόνη παρουσία μου εδώ είναι αυτή της φωτογραφίας, 1964, στην αγκαλιά του παππού μου, και με αγαπημένες παρουσίες - απουσίες γύρω μου. Το δασακι αυτό υπάρχει ακόμη -φυσικά- στα περίχωρα των Τρικάλων, εχει δίπλα και εγκαταστάσεις για αθλοπαιδιές πια - τρόμαξα να το γνωρίσω πέρυσι που ξαναβρέθηκα κάπου κει. Μαζί μου, σαν μουσική (και ισως οχι μόνο) ατμόσφαιρα, ήταν και ο "Ευγενικός Ουίλλι", συγκινητική προσφορά του τυχαίου που καμμιά φορά το λέμε και ζωή μας
Αχ, εκείνη η μεγάλη Παρασκευή. Τίποτε δεν έδειχνε πως θα ήταν κάτι το ξεχωριστό. Όπως πάντα, από νωρίς το μεσημέρι, πολύς κόσμος - κυρίως επισκέπτες, ξεκινούσαν το καθιερωμένο μποτιλιάρισμα στους δρόμους της πόλης προκειμένου να δουν όσο γίνεται περισσότερους επιτάφιους. Παρκαρίσματα σε πεζοδρόμια, διαβάσεις, ράμπες για αμεα, δηλ. ότι κάνει ένας καλός και ευσεβής πιστός. Το αποκορύφωμα φυσικά, ο τελευταίος επιτάφιος, ο μετά τις 10 το βράδυ
Ομολογώ πως δεν είχα και ιδιαίτερη διάθεση να κατέβω, για τους δικούς μου λόγους και το ίδιο σκεφτόταν αν θυμάμαι καλά και η σύζυγός μου. Όλη αυτή η επιτηδευμένη φασαρία είχε αρχίσει να με ενοχλεί. Το μόνο ίσως που μου άρεσε, ίσως πάντα γιατί μου θύμιζε παιδικά χρόνια, ήταν μια μυρωδιά στην ατμόσφαιρα. Μυρωδιά που μόνο εκείνες οι μέρες φέρνουν. Να ναι από τα λουλούδια που νιώθουν την άνοιξη, να είναι από τις εκκλησίες που κάνουν "υπερωρίες", να ναι ιδέα μου? Δεν ξέρω, πάντως είναι μια μοναδική μυρωδιά που με κάνει να αισθάνομαι νοσταλγία αλλά και να έχω πολύ καλή διάθεση.
Κάτι όμως, κάτι πολύ γνώριμο, ερχόταν να "χαλάσει" αυτή την ατμόσφαιρα. Πριν από μερικές εβδομάδες κιόλας μια από τις γάτες μας που κυκλοφορούσαν στον κήπο και η μοναδική μη στειρωμένη, μας είχε προσφέρει πέντε διαβολάκια, που ήδη είχαν ξεφύγει από το υπόγειο και είχαν βρει καταφύγιο σε πιο άνετο χώρο, όπου μας χάριζαν άφθονο γέλιο με τις κουταμάρες τους, πρόσχαροι συνεχιστές της γατικής παράδοσης.
Αλλά.. μια στιγμή! Αυτά τα αδύναμα νιαουρίσματα δεν ήταν δικά τους. Προέρχονταν από κάπου αλλού. Μετά από αρκετή ώρα, αποφασίσαμε να εντοπίσουμε το μικρό. Ψάξαμε στον κήπο, τίποτε. Τα νιαουρίσματα σταματούσαν περιοδικά. Η πρώτη σκέψη που κάναμε ήταν πως κάποιος, ξέροντας πως στο σπίτι υπάρχουν γάτες, μας πέταξε κάποιο με το σκεπτικό πως θα το φροντίσουμε. Πολύ ευφυές και πολύ ανήθικο.
Συνεχίζοντας, τάχα μου να κοιτάω τον κόσμο που πήγαινε στους εδώ και εκεί επιτάφιους, διαπίστωσα κάποια στιγμή πως ένα μικρό κουτάκι, λίγο μεγαλύτερο από κουτί παπουτσιών, ήταν αφημένο στον διπλανό κήπο. Και από εκεί, έβγαινε αυτή η ξεψυχισμένη φωνούλα.
Περίμενα υπομονετικά μέχρι να σουρουπώσει και όταν ο δρόμος κάπως άδειασε απο κόσμο, πέρασα στο διπλανό κήπο, που την εποχή εκείνη - να το σημειώσω - δεν έμενε κανείς Αυτός που είχε αφήσει το κουτί, είχε κάνει απλά λάθος.
Άρπαξα το κουτί, δεν κοίταξα καθόλου μέσα και το έφερα στο σπίτι. Να με πάρει η οργή! Ήταν τέσσερα γατουλίνια μέσα σε μια πετσετούλα -με σχέδια παρακαλώ - και μόνο το ένα φώναζε, ενα ασχημούλι μίζερο μαύρο. Ενα αλλο ακόμη μαύρο και δυο ασπρόμαυρα. Στα ματια, τα τρια ειχαν κάτι σαν "κόλλα", μια μόλυνση που συναντάται στα γατάκια και το τέταρτο τα είχε ανοιχτά, αλλά μια και ήταν ακομη μπλε, έβλεπε σκιές γιατι κουνούσε το κεφαλάκι αριστερά δεξιά με περιέργεια. Ήταν και ο μόνος που δεν νιαούρισε ΄΄οταν τον σήκωσα. Μωρε, τι κεφάλα ήταν αυτή! Λες και αυτές τις λίγες μέρες (6 - 7 ?) που το τάισε η μαμα-γατα, ήταν αυτός που έτρωγε και το περισσότερο. Και αυτή η μαύρη κηλιδούλα στη μύτη, σαν ελίτσα!
Αυθόρμητα, μου ξέφυγε η φράση "μωρε τι μπούμπος είναι αυτός!"
Τις επόμενες μέρες τα άλλα γατιά, άρχισαν και φεύγαν ενα ενα. Μου το είπε άλλωστε και ο καλός μας κτηνίατρος πως είναι πολύ δύσκολο σε αυτή την ηλικία να τα σώσεις. Τελευταίος, έμεινε ο μπούμπος. Το είχα βάλει όμως πείσμα πια, αλλά κι αυτός ο διαβολάκος ήταν πολύ δύσκολος στο φαγητό. Κάποιο μεσημέρι, αποφασίσαμε με τη γυναίκα μου να τον βγάλουμε έξω στον κήπο μια και δεν είχε νόημα πια καμμιά προσπάθεια. Ξαφνικά, το ασπρόμαυρο αυτό τερατάκι άρχισε να ξαπλώνει και να κάνει κάποια κολπάκια που αργήσαμε να καταλάβουμε πως ήταν ...τουμπίτσες. Τον αφήσαμε λοιπόν όλο το μεσημέρι εκεί, θεωρώντας πως έχει λίγες ωρες ακόμη και είπαμε να χαρεί τουλάχιστον τον ήλιο.
Μα.. αυτή η αρχέγονη πηγή ενεργειας μας έφερε αντιμέτωπους το ίδιο απόγευμα με ένα γατί που του είχε ανοίξει η όρεξη και που σε λίγες μέρες άρχισε να συναναστρέφεται τα άλλα, τα "δικά" μας. Όχι πάντα με επιτυχία θάλεγα, μια και ήταν μικρούλης και τα άλλα, οι παλιοσειρές πλέον, το "ξυλοφορτώνανε", για να του υπενθυμίσουν ποια είναι η θέση του.
Είχε όμως απίστευτη πλάκα, βλέποντας τα άλλα να τρέχουν για φαγητό και απο πισω να τρέχει σαν βαρυφορτωμένη βαρκούλα, ο Μπούμπος με τα εμβόλιά του - φυσικά (με κεφαλαίο Μ πλέον, μια και έγινε αυτό το όνομά του - υπήρξε και η πρόταση "Παρασκευάς", ως διασωθείς γάτος και μάλιστα Παρασκευή, αλλά δεν ευδοκίμησε) Γράφω πολλά και δεν θέλω. Με παρασέρνουν όμως οι σκέψεις.
Ας κάνουμε ενα διάλλειμμα και ας ακούσουμε την πασιγνωστη άρια "Ebben? Ne andrò lontana" απο την όπερα La Wally του Alfredo Catalani (1854-1893), αυτού του χαρισματικού συνθέτη που η φυματίωση δεν τον άφησε να χαρίσει και άλλο μουσικό πλούτο πέρα απο λίγα έργα. Πρώτη φορά άκουσα την άρια - όπως και αρκετοί άλλοι φαντάζομαι- μέσα απο την εκπληκτική Diva (1981) του Jean-Jacques Beineix, μια ταινία που είδα και ξαναείδα τα επόμενα χρόνια. Η φωνή της Wilhelmenia Fernandez καθηλώνει.
Ebben? Ne andrò lontana, Come va l'eco della pia campana, Là, fra la neve bianca; Là, fra le nubi d'ôr; Laddóve la speranza, la speranza È rimpianto, è rimpianto, è dolor!
O della madre mia casa gioconda, La Wally ne andrà da te, da te Lontana assai, e forse a te, E forse a te, non farà mai più ritorno, Nè più la rivedrai! Mai più, mai più!
Ne andrò sola e lontana, Come l'eco è della pia campana, Là, fra la neve bianca; Ne andrò, ne andrò sola e lontana! E fra le nubi d'ôr!
Τι να πρωτοθυμηθώ καλοί μου φίλοι;
Κάποια στιγμή, μετα απο κανα χρόνο, ήταν στα πόδια μου και τον πείραζα, όταν είπα στη γυναίκα μου που ασχολούνταν με τα άλλα, "έλα κανε του κάποιο χάδι, κοίτα πως σε κοιτάει", εκείνη είπε για πλάκα "δεν σε θέλω, ψυχοπαίδι!", τοτε, λες και κατάλαβε τι είπε ...πήγε και άρχισε τις τούμπες στα πόδια της με εκείνο το χαρακτηριστικο "πφφφρρρρρτττ", τον ήχο της αφοσίωσης και της ένδειξης χαράς!!!!
Ή μετά απο δυο μήνες που τον παρατηρήσαμε να είναι μαζεμένος και να μην περπατάει. Τον είχε χτυπήσει μάλλον μηχανάκι, μια και έβγαινε απο τον κήπο και πέρναγε άνετος το δρόμο απέναντι. Αντε δυο - δυομιση μήνες με ..λάμα στο πόδι. Και μετά..
Και κάποιο πρωινό, εξαφανισμένος. Και το επόμενο, και το μεθεπόμενο. Τον αναζητήσαμε. Πουθενά. Το τέταρτο βράδι, πήγα να κλειδώσω την εξώπορτα και μια γνωστή ασπρόμαυρη φιγούρα έκοβε βόλτες στον κήπο.
"Μπούμπο?" "Πφφφφρρρρρρτττ" Κωλόπαιδο. Η γυναίκα μου δάκρυσε μόλις τον είδε. Μα τι διάολο είχαμε πάθει πια. Ειχαμε γάτο στο σπιτι, δεν θέλαμε άλλον, αλλά η χαρά μας, χαρά μας. Κάποιες ώρες όμως, κρυφά, τον αφήναμε να χαρεί τη ζέστη που ήθελε και δεν μιλάω για τη ζέστη του καλοριφέρ ή της σόμπας. Μάλιστα, είχε βρει και εναν κώδικα:
Ανέβαινε απο το κλαδί ενός δέντρου σε ενα μπαλκόνι και απο κει έβγαινε στις σκάλες. Στην εξώπορτα ήταν πάντα ενα πορτ κλε και αυτός ο πανέξυπνος γατούλας, σηκωνόνταν στα δυο πόδια και το χτυπούσε στην πόρτα.
Ο Μπένυ έφυγε απο κοντά μας πριν απο 2 χρόνια και αυτό το διαμαντάκι σε μαυρόασπρη συσκευασία, ανέλαβε τα γατικά ηνια. Πάντα έτσι, με τις εξόδους του, με κανονικό ωράριο και πάντα να χτυπάει την πόρτα.
Πόσες δεν ήταν οι φορές που με αυτά τα χτυπήματα μας έφτιαχνε η διάθεση? Όταν ανοίγαμε, πάντα "πφφφρρρρρτ" και το απαραίτητο χάδι κάτω απο το οποίο ξαναέκανε "πφρρρρττ" και τούμπες, κλείνοντας σχεδόν λάγνα τα μάτια του -που σημειωτέον είχαν μείνει με ελάχιστα βλέφαρα - (είχε κολλήσει κι αυτός μικρός εκείνη την ασθένεια των ματιών).
Έβγαινε και αγχωνόμασταν μια και ενα προς ένα, τα άλλα αγόρια της παρέας, εκείνης της τρομερής και φοβερής πεντάδας, είχαν εγκαταλείψει τον κόσμο αυτό, άλλη στεναχώρια εκείνη...
Και κάθε πρωί, που είναι, γύρισε, γιατι δεν ήρθε, αλλά το μεσημέρι που γυρνούσαμε απο το σχολείο, "ο Μπούμπος είναι κλεισμένος στην αποθήκη, ήρθε μόλις φυγατε", η πεθερά μου. Ναι, έμπαινε μόνος του - συνήθως- και περίμενε. Και μετά, μπρος, πρώτος να μπει στο ασανσερ, να κάνει την τουμπίτσα του ήλιου και πφρρρρττ.
Κι όποιος ερχόνταν στο σπίτι, ο αδελφός μου, ο πατέρας μου, η μάνα μου, σε όλους έπρεπε να πάει στην αγκαλιά σαν γνήσιος γάτος-οικοδεσπότης. Και κάθε βράδι "τακ-κλακ-τακ" τα χτυπήματα στην πόρτα άλλοτε πολύ σιγά και αλλοτε με ένταση, είτε γιατι πεινούσε είτε γιατι τις είχε αρπάξει και είχε τσαντιστεί. Υπάκουος, αν τον φωνάζαμε "Μπουμπούλη, κ - κ - κ - κ", μετα απο λίγο έτρεχε προς το σπίτι λες και τον είχαμε πιασει επ αυτοφώρω στην ξένοιαστη περιπλάνησή του. Kαι πάλι στον κτηνίατρο για μια φοβερή γρατσουνιά και πάλι λεβέντης αν και -μέτριος- εραστής.
Πέρυσι το Νοέμβρη με τις τρομερες καταιγίδες ήταν έξω. Πέρασαν τρεις μερες, είχε πλημμυρίσει ο τοπος και ετουτος πουθενά. Σκάσιμο, ψάξιμο ξανα και ξανα. Τον ξεγράψαμε.
Αλλά, όπως και τις άλλες φορές, μετα απο το τριήμερό του, καμαρωτός στον κήπο και ξανά "τακ-κλακ-τακ" Τον τελευταίο χρόνο, μάλλον βαριόταν. Έβγαινε για λίγες ώρες, έκανε την περιπολία του και γυριζε γρήγορα. Δίπλα μου στο γραφείο και ώρες ύπνου. Τα χριστούγεννα που μας πέρασαν παρακοιμόταν. Μετά την πρωτοχρονιά άρχισαμε να προβληματίζομαστε για κάποιες συνήθειες περίεργες που μαζί με τον υπερβολικο υπνο δεν μας άρεσαν, συν το οτι ήταν σχετικά αδύνατος.
Οι δείκτες ήταν κατηγορηματικοί. Ο αιματοκριτης μισός του φυσιολογικού και η λοιμώδης αναιμία σε προχωρημένο στάδιο. Καταδικασμένος μέρα με τη μερα. Η φυγή με αξιοπρέπεια. Η φυγή με χάδι. Η φυγή στην αγκαλιά μας. Η φυγή με αγάπη, αυτή την ίδια που πήρε αυτά τα -σχεδόν- 5 χρόνια απλόχερα και μας την επέστρεψε στο πολλαπλάσιο. Ενας μήνας τώρα, αργό μαρτύριο. Για όλους μας. Γι αυτόν χωρις επιστροφή. Η φυγή χωρίς να φύγει απο δίπλα μας. Μας ήθελε εκεί κοντά του, να μας βλέπει. Εμάς πρωτοείδε, άλλωστε...
Και μεις?
Well? I will go far away,
As far as the echo of the church bell, There, through the white snow, There, through the golden clouds, There, where hope is regret and pain.
Oh, Wally is going far away, Far from her mother's happy house. Maybe she won't come back to you You'll never see her again. Never again, never again.
I will go alone and far As far as the echo of the church bell, There, through the white snow; I will go, I will go alone and far Through the golden clouds
Εμείς, βγάλαμε το πορτ κλε απο την πόρτα, αλλά ποιος λέει πως δεν θα συνεχίσουμε να ακούμε τα χτυπήματα πίσω απο τα χρυσά σύννεφα;
Γέννημα - θρέμμα της Λουιζιάνα, ο DeweyBalfa (1927-1992), είναι μια από τις σπουδαιότερες μορφές της μουσικής των γαλλόφωνων αποίκων αυτής της περιοχής, των Cajuns. Μεγάλη και ενδιαφέρουσα ιστορία αυτή η κοινωνία των ανθρώπων στις ΗΠΑ, σχετίζεται άμεσα με τους Acadiens του Καναδά, που συναντήσαμε εδώ και πολλούς μήνες μέσα από τη μουσική του Daniel Lanois.
Και, με τη σειρά τους οι Acadiens σχετίζονται με την ...Αρκαδία.
Το όνομα Acadiens οφείλεται στον εξερευνητή Giovanni de Verrazzanο (1485-1528), ο οποίος σε χάρτη του 16ου αιώνα χαρακτήρισε όλη την περιοχή των ακτών του ατλαντικού πάνω από την Βιρτζίνια, ως "Αρκαδία" - που ταυτίζεται με κάτι το παραδεισένιο, το ειδυλλιακό- λόγω του τοπίου με τα πανέμορφα δέντρα. Δεν θα γράψω τουριστικό οδηγό βέβαια εδω πέρα, ούτε έχω πάει και κατα τα φαινόμενα ούτε πρόκειται, απλά να σημειώσω πως μετα απο δυο περίπου αιώνες, το "ρ" πάει περίπατο και η περιοχή των ατλαντικών ακτών του Καναδά, λέγεται πια Ακαδία. (Και έτσι, για να διεγείρω το ενδιαφέρον, Quebec σημαίνει "εκεί που στενεύει το ποτάμι")
Αυτοί λοιπόν οι Cajuns είναι απόγονοι εξόριστων Acadiens και η "πλάκα" είναι πως αναγνωρίστηκαν ως ξεχωριστό "εθνικό γκρουπ" επίσημα απο το αμερικανικό κράτος, το 1980 δηλαδή σχετικά αργά.
Ξαναγυρνάμε στον Balfa ή καλύτερα στα αδέλφια Balfa για να ακούσουμε το εξαιρετικό "Parlez nous a Boire" που υπάρχει σε κάθε αξιοπρεπή συλλογή με μουσική της περιοχής. Το δικο μου αντίγραφο το έχω απο το άλμπουμ "The Balfa Brothers Play Traditional Cajun Music, Vols. 1-2"
Parlez Nous A Boire Oh, parlez-nous à boire Non pas de marriage Toujours en regrettant Nos jolis temps passés Si que tu te maries Avec une jolie fille T’es dans le grand danger ça va te la voler Oh, parlez-nous à boire Non pas de marriage Toujours en regrettant Nos jolis temps passés Si que tu te maries Avec une villaine fille T’es dans le grand danger faudra tu vies ta vie avec Oh, parlez-nous à boire Non pas de marriage Toujours en regrettant Nos jolis temps passés Si que tu te maries Avec une fille bien pauvre T’es dans le grand danger faudra tu travailler toute ta vie Oh, parlez-nous à boire Non pas de marriage Toujours en regrettant Nos jolis temps passés Si que tu te maries Avec une fille qui a de quoi T’es dans le grand danger tu vas attraper les grands reproches Fameux toi grand bon à rien Toi t’as tout gaspillé mon bien Oh, parlez-nous à boire Non pas de marriage Toujours en regrettant Nos jolis temps passés
Eνα τραγούδι γλεντιού και χαράς, με σαφείς υπαινιγμούς για τις απολαύσεις της ζωής πριν απο το γάμο "Μιλα μας για πιοτό κι όχι για παντρειά, πάντα στενοχωριέσαι για τον παλιό καλό καιρό"
Το φθινόπωρο του '85 πήγαμε με 2-3 φίλους απο το στρατό να δούμε την ταινία του Walter Hill "Ανθρωποκυνηγοί" (Southern Comfort - 1981). Είχα διαβάσει γι αυτήν σε κάποιο κινηματογραφικό αφιέρωμα του Ηχου μερικούς μήνες πριν και χωρίς κόπο "έψησα" τα φιλαράκια μου να πάμε να τη δούμε. Εξαιρετική ταινία, απο τις καλύτερες της δεκαετίας του '80 και στο κλίμα των ταινιών του Πέκινπα, την συζητούσαμε αρκετούς μήνες μετά.
Μάλιστα, σε μια- δυο ασκήσεις (απ' όπου και η φωτό) ξαναήρθε στο μυαλό μας η ταινία. Στη δεύτερη μάλιστα, που είμασταν άοπλοι (εννοώ χωρίς συμβατικά όπλα - αλλά δεν μπορώ να γράψω τίποτε άλλο), ελάχιστο καιρό πριν απολυθώ, τα χωράφια της Θήβας, τα αρδευτικά κανάλια και τα βουνά του Κιθαιρώνα, λες και τραγουδούσανε αυτό το τραγούδι της ανάρτησης.
Στο τελευταίο, πολύ δυνατό κομμάτι της ταινίας, το Ρarlez-nous à boire (όπου βιολί παίζει ο ίδιος ο Balfa, ενω οι υπόλοιποι μουσικοί είναι απλά η κομπανία του!) επικρατεί με την απλότητά του και ενω - όπως είπαμε - είναι ενα γιορτινό τραγούδι γλεντιού, βάζει και τις τελευταίες πινελιές στον εφιαλτικό πίνακα της.
Έψαχνα πάρα πολλά χρόνια (μα πάρα πολλά!) να βρω το συγκεκριμένο τραγούδι μια και το σάουντρακ της ταινίας - που το υπογράφει ο μεγάλος Ry Cooder- δεν το περιέχει. Νομίζω πως άξιζε τον κόπο μια και (τουλάχιστον) μου ξανάφερε μια τεράστια σειρά απο αναμνήσεις στο μυαλό μου. Όχι πως έχουν φύγει ποτέ απο εκεί, αλλά λίγο νεράκι που και πού δεν κάνει κακό!
Καθε τόσο και μια μουσική πρόταση που - κατά την ταπεινή μου γνώμη - αξίζει κανείς να διερευνήσει σε βάθος. Μαζί, μερικά σχόλια και κάποιες αναμνήσεις, γεγονότα, όνειρα, εφιάλτες και εξομολογήσεις.