Πρέπει να ήταν στις μικρές τάξεις του Δημοτικού, σε κάποια προθήκη, ή σε κάποιο μικροβιολογικό εργαστήριο της τότε εποχής. Ναι, μάλλον αυτό και θα είχα ρωτήσει τον πατέρα μου - που τα ήξερε όλα - για το ποια ήταν η χρησιμότητά του. Και εκεί, στην έκτη πια, ήταν που το είχα δει σκονισμένο, μέσα στην αίθουσα που χρησιμοποιούσε το σχολείο για ..αποθήκη, αλλά και για πρόβες για τις σχολικές παραστάσεις. Δηλαδή, μια αίθουσα που δεν χρησιμοποιούνταν, είχε πολλά "άχρηστα" πράγματα, σπασμένα θρανία, καρέκλες, παλιές κουρτίνες (μπλε σκούρες στο πνεύμα της εποχής περισσότερο και λιγότερο για πρακτικούς λόγους), από την άλλη όμως διέθετε και μια υποτυπώδη "σκηνή" που με την κατάλληλη προετοιμασία μπορούσε να εξυπηρετήσει κάποιες εκδηλώσεις.
Κάπου λοιπόν εκεί, ψηλά πάνω σε μια γυάλινη προθήκη - σκονισμένη κι αυτή φυσικά - καμάρωνε σε μια συσκευασία που πρόδιδε ότι ποτέ δεν είχε ανοιχτεί, επομένως και χρησιμοποιηθεί.
Τότε, αγαπημένο "χόμπι" ήταν τα συναρμολογούμενα, όπως τα λέγαμε εκείνη την εποχή. Όλοι ήξεραν πως για να κάνω το οποιοδήποτε "χατήρι" στους γονείς μου, να διαβάσω περισσότερο για καλύτερους βαθμούς (!), για να πάω στον οδοντίατρο (που τον έτρεμα, ζει ακόμη ο άνθρωπος, κοντά 100 και όποτε τον βλέπω, ακόμη και τώρα μου προκαλεί ένα σφίξιμο στο στομάχι και κάποιους μακρινούς πόνους στα δόντια - που τα παράτησα από τότε..), για δωράκι, για οποιοδήποτε δώρο τέλος πάντων, το εύκολο και προβλέψιμο ήταν ένα αεροπλανάκι ή ένα μικρό πλοίο της Αιρφιξ ή της Ρεβελ, από τα φτηνά, που τότε ήταν σε σακουλάκι - για όσους θυμούνται και είχαν ποτέ ασχοληθεί.
Το ύφος του κυρίου Ναθαναήλ, στο Bric A Brac, που περίμενε σχεδόν πάντα υπομονετικά να διαλέξω, μου έχει μείνει αξέχαστο. Υπήρχαν και πολλές φορές που πήγαινα και έψαχνα αρκετή ώρα στην τεράστια στοίβα με τα κουτιά για κάποιο που θα μου τραβούσε την προσοχή, αλλά θα πρεπε κιόλας να είναι από τη σειρά 1 ή 2 ώστε να μην ξεπερνά το ποσό που ήταν στη ...διάθεσή μου. Αλλά κι άλλοι, ο Τσόρης, μέχρι και κάποια βιβλιοπωλεία όπως ο "Φάρος", έφερναν αυτά τα "παιχνίδια".Το ψάξιμο και η βουτιά σ αυτόν τον φανταστικό κόσμο είναι από αυτά που μου έχουν μείνει αξέχαστα. Ίσως κάποια φορά αφιερώσω πολλά περισσότερα γι αυτό το χόμπι που δεν με άφησε ποτέ, ούτε ακόμη τώρα, και ούτε εγώ το άφησα εννοείται.
Όμως, κάποιο Σάββατο..
Κάποια σαββατιάτικη βόλτα στα παιχνιδάδικα, με έφερε αντιμέτωπο με αυτό. Ήταν λίγο πιο πέρα από τη γνωστή στοίβα, 3-4 διαφορετικά μεγέθη, ένα πανάκριβο σε ξύλινο κουτί, αλλά κι ένα πιο μικρό και κατά συνέπεια πιο φτηνό. Δειλά, πολύ δειλά, άρχισα να το περιεργάζομαι και μέχρι να το καταλάβω, τέλος της σχολικής χρονιάς, 1971, δώρο από τον πατέρα και νάσου να κάθομαι στο τραπεζάκι μου, αυτό που θα ονομάζαμε πια "παιδικό γραφείο" - που μόνο γραφείο δεν ήταν φυσικά. Ήταν το μετακινούμενο συρτάρι μιας κλασσικής για την εποχή βιβλιοθήκης.
Να κάθομαι στο τραπεζάκι και να έχω πάρει φύλλα, κρεμμύδια, ότι μου κατέβαινε στο μυαλό εκείνη την ώρα και να έχω βυθιστεί σε έναν άλλο κόσμο, εντάξει όχι ακριβώς "μικρόκοσμο", αλλά κάπου που για να δεις καλά θα θελες βοήθεια.
O Anton von Leeuwenhoek (1632-1723) θα έσπαγε πολύ πλάκα με την πάρτη μου, βλέποντάς με να ασχολούμαι τόσες ώρες και κάθε τόσο να φωνάζω τη μάνα μου να ρθει να δει - σιγά μη νοιάζονταν. Το μόνο που την ενδιέφερε βασικά ήταν να μην κοπώ με τα τζαμάκια που είχε η συσκευασία. Τα τζαμάκια φυσικά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά οι αντικειμενοφόρες πλάκες, αλλά αυτό το όνομα το έμαθα μετά από πάρα πολλά χρόνια.
Έντομα, ..τρίχες και το αγαπημένο μου, μελάνη διαλυμένη σε νερό, να παρακολουθώ την κίνησή της. Το πράγμα αποκτούσε ενδιαφέρον. Το παιχνίδι μου είχε τελικά πολλή πλάκα. Μόνο που ότι και να κοίταζα, έμενε δικό μου, χωρίς να το μοιράζομαι με κανέναν άλλο. Ε, ψέμματα, είχα δείξει κανα δυο τέτοια και σε κάποιους φίλους/συμμαθητές μου και αν δεν κάνω λάθος πρέπει να ήταν ο Άρης, η Εύη, η Σοφία, η Βάλη, η Μαίρη - φυσικά και ο συγχωρεμένος ο Νίκος. Ίσως και ένας δυο ακόμη, σε κάποια πολύ κοντινά γενέθλια, εκεί που μαζευόμαστε όλοι σπίτι, όπως γινόταν τότε.
Ανακατωσούρες στην κουζίνα, φέρε μάνα το κρεμμύδι, δεν έχω, έ, φέρε κάτι άλλο, ότι μπορούσε δηλαδή να εκνευρίσει σε ικανοποιητικό βαθμό την κυρία Έλλη. Και σε κάποιους μεγάλους είχα δείξει κάποιες από τις ανακαλύψεις μου, αλλά υποψιάζομαι ότι ήταν πολύ ευγενικοί για να μου πουν ότι δεν είχαν καταφέρει να δουν κάτι σημαντικό.
H καλύτερή μου ήταν στις διακοπές των Χριστουγέννων, εκείνης της ίδιας χρονιάς. Παραμονή, ίσως η πιο ωραία νύχτα κάθε χρονιάς, κι εγώ να το παίζω επιστήμονας.
Και φυσικά, από το μπομπινόφωνο, να ακούγεται κάτι από αυτά που μου άρεσαν. Ο πατέρας μου ήταν απογευματινή βάρδια στον ραδιοφωνικό σταθμό, αλλά μου είχε δείξει τη λειτουργία του -μονοφωνικού- Φίλιπς. Σαν τώρα θυμάμαι και το κομμάτι, από το Ναμπούκο του Τζιουζέπε Βέρντι, το Χορικό των σκλάβων. Και ήταν αυτός, ο μονοφωνικός του χαρακτήρας που στα δικά μου παιδικά αυτιά αναδείκνυε κάθε κομμάτι σε μεγαλοπρεπές και υποβλητικό. Και κει, κατά τις 10 το βράδυ, κάπου προς το τέλος, τα νευρικά κλειδιά του Φάνη και το κρύο του Δεκέμβρη να μπαίνει μαζί του στο σπίτι. Και λες σαν από μια ταινία του Φελίνι - που ίσως δεν γυρίστηκε ποτέ - ο πατέρας μου συνόδεψε το κομμάτι σφυρίζοντας το τέλος του. Ίσως, το καλύτερο δώρο για παραμονή Χριστουγέννων.
Είχα ότι ήθελα εκείνο το βράδυ.
Τον μακρόκοσμο και τον μικρόκοσμό μου. Την ηρεμία της παραμονής, τη μητέρα μου που έβγαζε από την κουζίνα κάποιο γλυκό που σκάρωνε από το απόγευμα, τον μικρό μου αδερφό, που μπορεί ακόμη να μην είχε κλείσει και χρόνο, το μικροσκόπιό μου, τη μουσικούλα μου και τον πατέρα μου. Τα είχα με λίγα λόγια όλα. Πόσες ήταν οι φορές στη ζωή μου που αισθάνθηκα κάτι τέτοιο; Δύσκολο να το πει κανείς, μια και σίγουρα θα αδικήσει όλες τις άλλες και μαζί και ανθρώπους. Έντεκα χρόνια μετά, στο δωμάτιό μου, δίπλα από το παλιό μας διαμέρισμα, φοιτητής πια, βυθιζόμουν στη μαγεία του Nothing Can Stop Us του Robert Wyatt, μαγεία από την οποία όλα αυτά τα χρόνια δεν λυτρώθηκα
At last I am free
I can hardly see in front of me
Και ξέρετε πολύ καλά, όσοι πια τυχαίνει να περνάτε από δω, πως δεν θα λυτρωθώ ποτέ. Και μικροσκόπια έχω πια και στο εργαστήριο του σχολείου μου
2 σχόλια:
Φυσικά και δεν άφησες το χόμπι, Σωτήρη! Κάτω απ' το μικροσκόπιο του χρόνου και της νοσταλγίας ανασύρεις και "συναρμολογείς" όπως παλιά στιγμές (φαινομενικά) ασήμαντες σαν φτηνά αεροπλανάκια, αλλά μεγαλειώδεις στην ουσία, βαρύτιμες, αφού είναι αυτές που αθροίζοντάς τες καθόρισαν τη μετέπειτα ζωή μας. Μια μουτζούρα από μελάνι, η μυρωδιά από το κρεμμύδι που έμεινε στα δάχτυλά σου (σε βλέπω να τα μυρίζεις χαμογελώντας), το "φύσημα" της μπομπίνας που έγινε "σκρατς" στο καλύτερο σημείο του Shipbuilding...
Εύχομαι να τα έχεις όλα - όπως εκείνο το βράδυ, καλή χρονιά!
Καλή χρονιά Μπάμπη! Όσο τα έχω στο μυαλό μου, τα έχω όλα! Κι αν καμιά φορά είναι περισσότερα απο αυτά που θα ήθελα να έχω, τι πιο καλό απο το να τα μοιράζομαι, όπως καλή ώρα αυτές τις ιστορίες.
Και πάλι καλή χρονιά, με υγεία και -επιτέλους- πολλές χαρές, για όλο τον κόσμο
Δημοσίευση σχολίου